ουδαμόθι

ουδαμόθι
οὐδαμόθι (Α)
ιων. τ. επίρρ. σε κανένα μέρος («οὐδαμόθι πάσης τῆς Εὐρώπης», Ηρόδ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < οὐδαμός + επιρρμ. κατάλ. -θι (πρβλ. μηδαμό-θι)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • οὐδαμόθι — nowhere ionic (indeclform adverb) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αμός — (I) ἁμὸς και ἀμός, ή, όν και αιολ. ἄμμος, η, ον αντί τού ἡμέτερος και συχνά αντί τού ἐμός. [ΕΤΥΜΟΛ. Βραχύτερος τ. αντί ημέτερος (πρβλ. ὑμὸς αντί ὑμέτερος, σφὸς αντί σφέτερος). Στον Όμηρο αντί τού ἁμὸς χρησιμοποιείται συχνότερα η πληρέστερη μορφή… …   Dictionary of Greek

  • ՈՒՐԵՔ — ( ) NBH 2 0560 Chronological Sequence: Early classical, 5c, 6c, 8c, 10c մ. ՈՒՐԵՔ եւ ՈՉ ՈՒՐԵՔ. ποῦ alicubi, sicubi, aliquo եւ οὑδαμόθι nullibi եւն. (ի բառիցս Ուր, եւ ոք, իք, ինչ.) Որպէս Ի տեղի ինչ. կամ յոչինչ տեղի. ի տեղւոջ իմիք, կամ յոչ իմիք… …   հայերեն բառարան (Armenian dictionary)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”